~ χειρόγραφα ~


Χειρόγραφα. Σκαλίζοντας συρτάρια, οι αναμνήσεις πώς χιμούν... Παρενθέσεις. Φορτία νυχτερινών αισθήσεων. Κούραση, σφυγμός, αγκωνάρι... Λέξεις, λέξεις, λέξεις φανοστάτες. Ανάσες. Μακρύς ο δρόμος....

All Rights Reserved 

-Copyright © Markos Sarimanolis

"Λίγες οι αφηγήσεις της συγχώρεσης και αυτές πατημένες στο πατητήρι της καρδιάς ώσπου να γίνουν πόσιμες στη μέθη τους να διασκεδάζει ο εγωισμός μας. Βαστά ακόμα μια θλίψη σιωπηλή στα χείλη της μια αμύθητη συγγνώμη μα δεν αντέχουν να βαστούν τα μάτια μας δυό δάκρυα στο χείλος του αυτοάνοσου γκρεμού τους."

-από το μυθιστόρημα “Τα τελευταία γράμματα μιας ερωμένης του νεκρού ναύτη Joachim Inaccio” (2021)


Στο Σύμπαντο μυρωδιές θα βρίσκουν πάντα στα διπλανά νεφελώματα τις κάθετες αχτίδες που ατενίζουν τα παιδιά σαν προσκυνούν τον Ήλιο στην ατέλειωτη απλωσιά των μαγικών αγρών του. Η ανθρωπότητα πήρε στο κατόπι το ίδιο όνειρο στο ουράνιο ποτάμι. Γυάλισε η θαλασσιά μια βόλτα ολάκερη. Ένα ξημέρωμα έκοψε τις γρίλλιες της τελείας κι ευθύς ξαναγεννήθηκε η ανάγκη να αρχινίσει ο χρόνος από καθετί που ορίζει στη ζωή του ανθρώπου ένα ακόμα τέλος.

- απόσπασμα από το μυθιστόρημα "ΤΡΙΤΟΣ ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ" (α΄ έκδοση 2019) 

Η γριά Σελήνη φάνηκε ακουμπώντας στον ώμο του Χάους. Αμίλητος, ξέπλεξα από πάνω μου με υπομονή τα λόγια και τις ευχές της μητέρας. Κοίταξα ευθεία τη θάλασσα. Πίσω από τα σύννεφα ξεχώρισα ένα προς ένα τ’ αγριεμένα, σκοτεινά πρόσωπα όσων υποθήκευσαν τα όνειρά μου, τις σκέψεις, τις επιθυμίες. Αφουγκράστηκα˚ ζωή και θάνατος. Θόρυβος και σιωπή. Γύρισε ο άνεμος. Πίσω μου τ’ αμπέλια ξαναμμένα ειδωλολατρούσαν ευθυμία πρόσχαιρη μα ήταν στο αίμα τους το νάμα της κατάνυξης κρυμμένο. Στο ακρόλιμνο, το ανάθεμα προσκύναγε τάχα ο Υδροχόος. Των κυμάτων η χοή γελούσε και πήγαινε κι ερχόταν αναγάλιαστη η ώρα. Εκείνη τη φορά διάλεξα να σβήσω κάθε κακία από τη μνήμη και να πω, βαθιά να πιστέψω πως η λύτρωση δεν αφορά κανέναν παρά μονάχα αυτόν που έχει σηκώσει τα μάτια και ξεδιαλύνει στα σκοτάδια του ουρανού, τη δική του δοξαριά στις χρυσοκέντητες χορδές της αρμονίας. Τότε είπα, δεν επιθυμώ να γυρίσω ανάποδα την κλεψύδρα. Αν τέλεψε ο χρόνος αυτής της ευκαιρίας, καλώς να φύγω. Γυμνός. Όπως ήρθα. Σαν αέρι που γεννήθηκε στο πέλαγο ή στον κάμπο. Σαν αέρι που αφανίστηκε στον Μυστρά, στον Όλυμπο ή στην Αγιάσο.


-απόσπασμα από τη συλλογή διηγημάτων “Απόπνοια” (2011)

απόσπασμα από το θεατρικό έργο "ΠΗΛΙΝΗ ΠΑΤΡΙΔΑ"

[...]

Μόνο η γέννηση και ο θάνατος αφορούν το κορμί. Το πνεύμα είναι η ακρότατη άσκηση της ζωής στο πρόσταγμα της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης, της Αρετής. Η ψυχή της ζωής είναι η Ιστορία και η Ιστορία μας ανήκει. Στον άνεμο του ολέθρου παραμείναμε όρθιοι, άφοβοι, ανεβαίνοντας από κορυφή σε κορυφή γνωρίζοντας πως αυτό το ύψος δεν θα έχει τελειωμό, γιατί η λέξη αθανασία δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να στριμωχτεί σε λέξεις. Και αυτή είναι η διαφορά της θεωρίας από την πράξη. Στην άβυσσο να μην θρηνείς παρά να βάζεις φωτιά, να καις και να φωτίζεις ταυτόχρονα τις μήτρες που γεννούν τ΄ αρίφνητα σκοτάδια του καιρού σου.

-απόσπασμα από το θεατρικό έργο "ΠΗΛΙΝΗ ΠΑΤΡΙΔΑ" (α΄ έκδοση 2015)

"Το θαυμαστό στην ποίηση είναι η λαχτάρα να κρύψεις σε ένα κύμα το τραγούδι της ερωμένης σου γοργόνας. Σε εκείνο το ψυχόρμητο, υψηλό φρόνημα, το γόνιμο που σαϊτεύει τον νου θέλγητρο, είναι το θρόισμα όπου ενσαρκώνεται η σιωπή στο πουθενά για να πετύχει κάποτε να ξεπεράσει τον εαυτό της."

- από το αφήγημα "Τα συγγραφικά αδιέξοδα του Agostino Pepe" (α΄ έκδοση 2019)

-από τη συλλογή DEL CAPO (2006), ISBN: 978-618-81925-2-2 

ΑΝΑΤΟΛΗ

Να σε μαζέψει καρτερά της λήθης η ανέμη

να τυλιχτείς στη μήτρα σου -στο όνειρο πριν φτάσεις

ήταν παγίδα το ΄βλεπες η θάλασσα σε δένει

και τις παλάμες σου άνοιγες τον Ήλιο να δαμάσεις.


Αναριγάται, γδέρνεται στον βράχο το φεγγάρι

όσο καιρό στο σώψυχο κελί είσαι δεμένος

τα σύρματα τεντώνονται, η άγκυρα φρενάρει

στον ύφαλο που θα πιαστείς θα ΄σαι διπλά χαμένος.


Ο μπούσουλας ξεκόλλησε -Ανατολή σου δείχνει

και ο διαβήτης έσπασε τον γρίφο του τριγώνου

η σμέρνα σε μυρίστηκε και ακολουθεί τα ίχνη

που άφησε η προπέλα σου στον τροπικό του τρόμου.

(Μάνη -Οίτυλο, Αύγουστος ΄05)

Κομοτηνή, 2 Νοεμβρίου 1998.

Το πρώτο κείμενο. Η πρώτη σελίδα. Το πρώτο τετράδιο...


“Εμείς οι άνθρωποι έχουμε τον τρόπο να συλλογιζόμαστε έναν κόσμο αλλιώτικο. Έχουμε και τη δύναμη να τον αλλάξουμε. Εκείνο που μας λείπει είναι η ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μας. Στο χείλος του γκρεμού που έχουμε φτάσει, το θάρρος να πηδήξουμε επάνω από το χάος που χωρίζει την πράξη από τη σκέψη, σήμερα δεν λογάται δύναμη, λογάται ανάγκη.”


Το κείμενο ενσωματώθηκε στο μυθιστόρημα “Εσθήρ”, ακριβώς 20 χρόνια μετά, τον Νοέμβριο του 2018…

Βλέπεις τον καθαρό ουρανό

  και λες να γράψεις έναν μύθο

     για μια μεγάλη θύελλα.


Βλέπεις τα καθαρά μου μάτια

  και λες να γράψεις για έναν έρωτα

     στο ανάβλεμμα της νύχτας.


Βλέπεις στην πληγή μου

το αίμα να κυλάει αργά

  και λες να γράψεις για ταξίδια

     που δεν κίνησες ποτέ σου.


Είναι μύθος,

 στη θύελλα ο έρωτας νύχτα να ταξιδεύει.

Κυλάει αργά,

  σαν αίμα στον καθαρό ουρανό

     της νιότης που έχεις χάσει...


- περιλαμβάνεται στη συλλογή: "Φυγόδικοι" (2019) 

"Πολλά τα λεβέτια της καρδιάς. Τα δροσερά αγνάντια ...λίγα. Καμιά φορά, στη βουερή σιγή μιαν αγκαλιά αρκεί ν΄ ανασκωθεί θαμπά ένα όνειρο..."

-από το μυθιστόρημα ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΜΕΔΟΥΣΑΣ (2014) 

Να είσαι αναρχικός στον έρωτα και δούλος στην αγάπη; Να λες κάλλιο στη φυλακή μιαν έκσταση παρά στην ελευθερία μια αυταπάτη;

-από το μυθιστόρημα ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΜΕΔΟΥΣΑΣ (α΄ έκδοση 2014)



"Ετούτες τις μέρες συλλογούμαι διάφορα. Παρατηρώ. Τα μάτια, βαθιά χαραγμένα με υποσχέσεις, κάνουν πως δεν βλέπουν και τα στόματα που αυτή την εποχή σιωπούν, μοιάζουν σαν να μην έμαθαν ποτέ πώς να μιλούν… Σαν το ανοιχτό παράθυρο στο ξέσκεπο μέτωπο μιας Άνοιξης χαμένης όπου ένας τυφλός καθώς θυμάται, ζωγραφίζει στις σκονισμένες κουρτίνες το άγνωστο έρμα που φέρνει από μακριά το σκοτεινό ποτάμι του πολέμου. Και είναι αυτή η αξίωση του ανθρώπου, ο θόρυβος στη φυλλωσιά της μοναξιάς μου. Και είναι αυτές οι σκέψεις, οι μικροί χαμένοι μου ορίζοντες που παραδίδουν στη σιωπή των δειλινών τα κλειδιά των παιδικών μου ονείρων. Ανάσες αδέλφια."

мир, свобода, справедливість




Καθώς το αντιπαθητικό

 και αιώνιο βάθος σιμώνει,

  στη σύρραξη μιας μεταμόρφωσης

   το μακάριο της νοσταλγίας λατρεύω.


Με έμαθαν τα ψέματα των ποιητών

 να ζω στις μεγάλες αλήθειες της ζωής μου.


-συλλογή: "Αντιθέσεις, Κώδικες & Λαμαρίνες" (2016) 


Κλείσε τα μάτια...

Φύλαξε μες στην τσέπη σου

λίγο χώμα από τις Κυκλάδες

και ένα μικρό κλαδί ελιάς από την Κρήτη.

Μέσα στην ψυχή σου το απαλό αέρι του Μυστρά

και στην καρδιά σου

δροσερό νερό του Νέστου.

Φύλαξε το άρωμα του βασιλικού

από τα καντούνια του Ιονίου

και δυο φύλλα άγρια ρίγανη από την κορφή του Ολύμπου.

Κι ύστερα άνοιξε τα μάτια σου και φύγε,

ταξίδεψε στα πέρατα του κόσμου.


Όπου και αν πας,

αυτόχθονες ιθαγενείς θα λένε το όνομα σου.

- Έλληνας.


Άλλη μοναξιά πιο δυνατή δεν έχεις να παλέψεις. 


-από τη συλλογή "Ανάσες" (α΄ έκδοση 2018)

- Αγαπώ -


Αγαπώ τη βροχή

γιατί αγαπά να χάνεται

στα σκοτεινά υπόγεια των υπονόμων

άρπα ασημόχορδη στο χαροκόπι των λυμμάτων

απειθάρχητη,

αιθερόλαμνη,

φέρουσα θεία ελευθερία.


Αγαπώ τον ουρανό

γιατί αγαπά να ισορροπεί

άρμα χαλκινότροχο στις ταράτσες των νόμων

στο κατόπι των χρωμάτων

αδιάβλητος,

ασπερμάτητος,

πηγή αρχαϊκής μυσταγωγίας.


Αγαπώ τα μάτια σου

γιατί αγαπάς να χάνονται λίρες χρυσοκέντητες

στις αγορές των χρόνων

στο μετόχι των σκοπών

ακράτητα,

απέντρομα,

καρποφόρα αγάπης κοινωνία.


κ΄/η΄/,βκα΄ 

Κοιτάζοντας την αθωότητα με τη λησμονιά μιας ελεγείας, αξιώνω την υψηλή μεταφορά της ύπαρξης στον θαυμαστό κόσμο των αποσυμβολισμών του σύγχρονου ανθρώπου.

-απόσπασμα από το μυθιστόρημα

 "Το γραφείο του Ενρίκο Αντονιένεθ", 2017

Κάθε εξαγγελία ενός μυθικού νοήματος, είναι μια ακόμη αποκάλυψη της ανθρώπινης ανεπάρκειας να υπερνικά τους υπαρξιακούς ερεθισμούς των φαινομένων.

-απόσπασμα από το αφήγημα

 Τα συγγραφικά αδιέξοδα του Agostino Pepe , 2019


- Παρένθεση


Το φεγγάρι κρεμάει στους ώμους μας

τα άρβυλα της νύχτας.

Παρένθεση,

στο Πικέρμι η νύχτα

κρατάει ακόμα τη φυγή των πεθαμένων

στο μανουάλι του αγώνα,

κέρινο φευγιό δακρύων χαραγμένο.


Ο σφυγμός του κόσμου

αγκωνάρι στη χαλύβδινη ρίζα του αιώνα.

Παρένθεση,

αχνάρι άργιλου ρέει από τις φλέβες των ανέμων

στην αποικία μιας Άνοιξης θλιμμένης

και όλο φέρνει καπετάνισσες ανάσες,

το νου μας ξεσηκώνει.


Ήρθαμε εδώ, μαζί τους,

για να αποτρέψουμε το θάνατο, μας έγδυσαν,

τις ματωμένες μας φανέλλες

με γυμνασμένους σπάγγους τώρα ράβουνε σημαίες.

Παρένθεση,

φωτίζουμε με στίχους το παρόν

σε έναν φανοστάτη,

αέτωμα υψηλό στο μέτωπο του ορίζοντα τους

και ακόμα η νύχτα επιμένει

να καρφώνει πύρινες πρόκες τον θάνατο στο χώμα.


Λ΄/Ε΄/,ΒΙΓ΄ -συλλογή ‘’Ανάσες’’ (2018) 


Κατάχαμα πεσμένο το πυρωμένο σίδερο. Μικρός, θανατηφόρος ουρανός και ο σύντροφος ήχος της βροχής, μια αναπνιά παλιάς ελπίδας φρόνιμης στο μέτρο που επιτρέπει η διάσταση της δύναμης του μέλλοντος αιώνος. Και ένα δεμάτι υποσχέσεις αλλάζει χέρια από Ανατολή σε Δύση. Και ένα δεμάτι υποσχέσεις, αλλάζει χέρια από ανατολή σε δύση.

-από το μυθιστόρημα "Ο θλιβερός μονόλογος της Τζάνετ Άτκισον" (2020)

Άδραξα την εσωτερική Νεμέα των εχθρών μου. Και από τα σύνεργα των δολοφόνων, άδραξα τα σαρκοβόρα σύμβολα κι ευθύς τα μεταπούλησα σε εκείνους που γεννήθηκαν στους ίσκιους, στη λάσπη και στην τέφρα. Και λέω πως είμαι άνθρωπος...

-από το μυθιστόρημα 

"Το γραφείο του Ενρίκο Αντονιένεθ" (2017)

από το θεατρικό έργο

Τα περιστέρια της οδού 23 

(α΄ εκτύπωση 2018)